Για την ανάπτυξη της ομιλίας πρωταρχικό ρόλο παίζει η φυσιολογική ακοή. Ένα παιδί αναπτύσσει το λόγο του μέχρι την ηλικία των πέντε ετών, ένας κόσμος με μειωμένα ή χωρίς ηχητικά ερεθίσματα, στερεί τη δυνατότητα της ομιλίας. Η βαρηκοΐα είναι η μειωμένη ακουστική ικανότητα, ενώ η κώφωση είναι η ολική απώλεια της ακοής. Η βαρηκοΐα – κώφωση ένα από τα συχνότερα προβλήματα που επηρεάζουν την ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας. Όταν ένα παιδί καθυστερεί να μιλήσει η πρώτη σκέψη είναι αν ακούει καλά.
Ποια είναι τα προειδοποιητικά σημάδια;
Υπάρχουν σημάδια από την ηλικία των 4 εβδομάδων μέχρι και 5 ετών που μπορεί να μας προειδοποιούν για κάποιο είδος βαρηκοΐας.
Η βαρηκοΐα και κώφωση μπορεί να εμφανιστούν από τη γέννηση ενός μωρού ή να είναι επίκτητες. Ένα βρέφος μπορεί να γεννηθεί κωφό συνήθως από κληρονομικά αίτια, δηλαδή το παιδί δεν έχει την ικανότητα να αντιληφθεί τα ακουστικά ερεθίσματα και κατ’ επέκταση να αποκτήσει λόγο, ενώ σε μια επίκτητη βαρηκοΐα, η οποία εμφανίζεται στα πρώτα χρόνια της ζωής, το παιδί έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει ομιλία, όμως αυτός θα είναι περιορισμένος. Κατά πόσο μία βαρηκοΐα θα επηρεάσει την εξέλιξη του λόγου κρίνεται από το μέγεθος της απώλειας, η οποία ελέγχεται από ειδικές εξετάσεις, όπως είναι το ακουόγραμμα, και διακρίνεται σε ήπια, μέτρια, σοβαρή και ολική κώφωση. Τέλος, μπορεί να είναι μονόπλευρη ή αμφιτερόπλευρη, η δυσλειτουργία δηλαδή μπορεί να εντοπίζεται στο ένα αυτί ή στα δυο. Ένα παιδί με μονόπλευρη βλάβη αναπτύσσει φυσιολογική ομιλία διότι ακούει κανονικά από το ένα αυτί του, όμως συχνά δυσκολεύεται να εντοπίσει την πηγή του ήχου και ειδικότερα όταν βρίσκεται σε περιβάλλον με πολύ θόρυβο. Το παιδί φαίνεται να ακούει κανονικά και γι’ αυτό το λόγο έχουμε καθυστερημένη διάγνωση για την μονόπλευρη βλάβη.
Ποια είναι τα πιθανά αίτια της βαρηκοΐας – κώφωσης;
Ένα παιδί μπορεί να γεννηθεί κωφό από κληρονομικά συνήθως αιτία ή από άλλους παράγοντες όπως είναι η ερυθρά, η έκθεση της μητέρας σε ακτινοβολία, αιμορραγίες, λήψη ωτοτοξικών φαρμάκων, λοιμώξεις, λήψη ναρκωτικών, τοξόπλασμα κ.α., ενώ οι επίκτητες βαρηκοΐες μπορεί να οφείλονται σε περιγεννητικά αίτια, όπως τραυματισμός κατά τη διάρκεια του τοκετού, η περιγεννητική ασφυξία, νεογνικός ίκτερος, προωρότητα κ.α. και σε μεταγεννητικά αίτια, όπως εγκεφαλικές αιμορραγίες, ωτίτιδες, μολυσματικές ασθένειες, θορυβώδεις περιβάλλον κ.α.
Πως επηρεάζει η βαρηκοΐα – κώφωση στην ανάπτυξη του λόγου;
Κάθε ήχος έχει τη δικιά του συχνότητα και ένταση, τα λεγόμενα ντεσιμπέλ. Ένα παιδί μπορεί να ακούει καλά ήχους με χαμηλή συχνότητα όπως το /μ/, όμως να μην μπορεί να ακούσει ήχους με υψηλή συχνότητα όπως είναι το /σ/.
Από την ηλικία των 0-6 μηνών, όλα τα μωρά, κωφά ή μη, αναπτύσσουν τις ίδιες ικανότητες, όπως είναι το κλάμα, το γέλιο και παράγουν τα ίδια φωνήματα. Μια λειτουργία του οργάνου της ακοής είναι και η ισορροπία. Ένα παιδί σε ηλικία 6-12μηνών αρχίζει να ανακαλύπτει το χώρο και το περιβάλλον γύρω του, να συνδέει αντικείμενα και πρόσωπα με ήχους και να πειραματίζεται με νέους φθόγγους. Όμως ένα παιδί με βαρηκοΐα λόγω της ακουστικής απώλειας δεν αντιλαμβάνεται το χώρο και το χρόνο με αποτέλεσμα να διαταράσσεται ο προσανατολισμός του, ακόμα παρατηρούμε πως το βάβισμα του είναι αλλοιωμένο και δεν χρησιμοποιεί αρκετούς ήχους καθώς και η ικανότητα του παιδιού να συνδέσει αντικείμενα με ήχους γίνεται με πολύ αργό ρυθμό.
Όταν ένα μωρό χάνει την ακοή του μετά την ηλικία των 3 ετών, έχει καταφέρει να αποκτήσει και να παράγει αρκετούς ήχους. Με τη βοήθεια του οικογενειακού και σχολικού περιβάλλοντος οι ήχοι αυτοί πρέπει να διατηρηθούν και να μετατραπούν σε λέξεις. Συνήθως η λεκτική επικοινωνία συνδέεται με οπτικοκινητικά στοιχεία, νοήματα και εκφράσεις, για να μπορεί το παιδί να κατανοεί τον κόσμο γύρω του και να επικοινωνεί.
Παιδιά που έχουν χάσει την ακοή τους μετά την ηλικία των 5 ετών, έχουν αναπτύξει αρκετά την ομιλία τους και ο λόγος τους είναι πιο δομημένος, σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να διασφαλίσουμε όσα έχουν κατακτήσει και να τα βοηθήσουμε μέσω της χειλιοανάγνωσης και την οπτικοποίηση των πληροφοριών, ώστε να μην δημιουργηθούν κενά στην ανάπτυξη του και να μην παλινδρομήσει η ομιλία του.
Ποια είναι τα συμπτώματα της βαρηκοΐας –κώφωσης;
Όλα τα παιδία με ακουστικές απώλειες έχουν μια βραδύτερη πρόοδο και καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη, η φωνή είναι συνήθως μονότονη και άχρωμη, έχουν φτωχή σκέψη και γνώση και δυσκολεύονται στο να εμπλουτίσουν το λεξιλόγιό τους. Τέλος, παρατηρούμε συχνά αρθρωτικά λάθη σε ήχους που δεν έχουν εμφανή τρόπο άρθρωσης όπως είναι το /κ/, /γ/, /χ/ κ.α, παραλείψεις στο τελικό /σ/ και δυσκολίες στη διάκριση ήχων που μοιάζουν μεταξύ τους όπως /θ-δ/.
Πως αντιμετωπίζεται η βαρηκοΐα – κώφωση;
Η διάγνωση καθώς και η αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτεί μια ομάδα ειδικών όπως είναι ο Ω.Ρ.Λ, ο λογοθεραπευτής, ο παιδίατρος – αναπτυξιολόγος και ο κλινικός ψυχολόγος. Για την αποκατάσταση του προβλήματος είναι πολύ σημαντική η έγκαιρη διάγνωση με την οποία οι στόχοι θα διαμορφωθούν ανάλογα με το βαθμό και το είδος της βαρηκοΐας. Μπορεί το παιδί να χρειαστεί ιατρική παρέμβαση ώστε να τοποθετηθεί ακουστικό βαρηκοΐας ή να τοποθετηθεί κάποιο κοχλιακό εμφύτευμα. Αργότερα, απαραίτητη είναι η λογοθεραπεία όπου έχει στόχο να βελτιώσει την ακουστική εκπαίδευση, την κατανόηση, καθώς και την παραγωγή του λόγου.